Ποτέ ξανά κίτρινα δόντια

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940-1941

Εξαιρετική είναι η συγκίνηση που αισθάνονται όλοι οι Έλληνες, όταν καλούν στην μνήμη τους αναμνήσεις από τα ένδοξα γεγονότα του 1940. Πράγματι τα μεγάλα και φωτεινά αυτά γεγονότα, επισφράγισαν με ανεξίτηλη δόξα την ιστορική πορεία του έθνους μας.

Το ελληνικό Έθνος αισθάνεται ιδιαίτερη υπερηφάνεια, για το μεγάλο ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου του 1940, το οποίο αντέταξε ο Ελληνικός λαός κατά τον βαθύ όρθρο της ιστορικής εκείνης ημέρας.

Ήταν η αρχή μιας εκστρατείας που όλοι τη λένε "Έπος" που κάλυψε ένα ένδοξο μέρος της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας μας, που περιέχει εν αφθονία τα δύο στοιχεία που συνθέτουν γενικά την ιστορία, τα γεγονότα και το άρωμα της εποχής. Τα μεν γεγονότα έχουν καταγραφεί από ιστορικούς, ώστε να δύνανται οι ενδιαφερόμενοι να ανατρέξουν σε συγγράμματα προς γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων και ακόμη μεταγενέστεροι ιστορικοί να μπορούν να τα αποκαταστήσουν έστω και αν έχουν παρέλθει αιώνες. Το άρωμα όμως, όπως και όσο το αισθάνθηκαν οι πρωταγωνιστές και στη συγκεκριμένη περίπτωση ολόκληρος ο ελληνικός λαός, την εποχή των γεγονότων, χάνεται από τον άνεμο του χρόνου, ακόμη και για αυτούς που τα έζησαν.

Το "Έπος του 40", φαινόμενο ψυχολογικό και ιστορικά απροσδόκητο για όλο το κόσμο, αδικήθηκε κατάφωρα από τα μετέπειτα γεγονότα, την κατοχή, την αντίσταση, τις εκτελέσεις, το κίνημα του Δεκέμβρη, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, το ξύπνημα της πυρηνικής εποχής, γεγονότα τα οποία τα σκέπασαν και έτσι αυτό το κεφάλαιο σφραγίστηκε βιαστικά και κλείστηκε στο αρχείο προτού μνημειωθεί, για να ανοίξει μετά την απελευθέρωση της χώρας από τη γερμανική μπότα.

Η γενιά του '40 απέδειξε για μια ακόμη φορά, ότι το ιερό πάθος για την ελευθερία της Πατρίδας είναι υπέρτατο καθήκον όλων των Ελλήνων, που επανειλημμένα το έχουν αποδείξει κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ύπαρξής τους και δεν θα σταματήσουν να το αποδεικνύουν, όσο υπάρχουν, σε αυτή την όμορφη χώρα.

Από την αρχή του αιώνα μας είχαν φανεί οι εχθρικές προθέσεις της Ιταλίας εναντίον της χώρας μας και μόνο αξιοθρήνητη θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει την προσπάθεια υποκρισίας της, με αποκορύφωση τον ύπουλο τορπιλισμό του αντιτορπιλικού ΕΛΛΗ στο λιμάνι της Τήνου στις 15 Αυγούστου 1940, παρά το σύμφωνο φιλίας που είχε υπογραφεί μεταξύ των δύο χωρών από τον Σεπτέμβρη του 1928. Ο Μουσολίνι είχε προφανώς πιστέψει πως η θρασύτητα μπορεί να αφοπλίσει την αξιοπρέπεια, η υποκρισία τη δίψα για την ελευθερία και η στρατιωτική υπεροχή το, από υπάρξεώς του, ιερό καθήκον του Έλληνα στρατιώτη. Είχε πιστέψει σε ένα παλαιότερο όνειρο, την ανασύσταση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ή τουλάχιστον της ενετικής θαλασσοκρατίας.

Η χώρα μας από το 1923 βαριά τραυματισμένη από τα αποτελέσματα της Μικρασιατικής καταστροφής, κατέβαλλε προσπάθειες για να απορροφήσει ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες και να ανασυντάξει την οικονομία και την πολιτική της.

Από τον Απρίλιο του 1939 η φασιστική Ιταλία είχε καταλάβει την Αλβανία, και με περιστροφές, δολιχοδρομίες, διπλωματικούς ελιγμούς, παλινωδίες και αυτοδιαψεύσεις προσπαθούσε να συγκαλύψει τις επεκτατικές της προθέσεις προς την Ελλάδα. Η κατάληψη της Αλβανίας, ήταν φυσικό, να ανησυχήσει ιδιαίτερα τις δύο συνορεύουσες χώρες, Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία, και μάλιστα από απειλή που δεν προερχόταν από την Ιταλία μόνη, αλλά από τον Άξονα του οποίου την ίδρυση είχε εξαγγείλει ο Μουσολίνι από τον Νοέμβριο του 1936.

Από τη πλευρά της Αγγλίας δια των πρωθυπουργών Τσάμπερλαιν και Νταλαντιαί, του υπουργού εξωτερικών Λόρδου Χάλιφαξ, του πρώτου Λόρδου του αγγλικού Ναυαρχείου Ουίνστον Τσώρτσιλ, δίδονταν άφθονες και συναισθηματικά παρήγορες εγγυήσεις για την ανεξαρτησία και ακεραιότητα της Ελλάδας, που δυστυχώς για διάφορους λόγους δεν υλοποιήθηκαν. Όλα αυτά σήμαιναν για την Ελλάδα, ότι μόνη έπρεπε να προετοιμαστεί, για μια πιθανή αναμέτρηση, προς διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της.

Όμως το ελληνικό Γενικό Επιτελείο είχε λόγους να μην αδρανεί. Ενώ ζητούσε συνεργασία με τα Γενικά Επιτελεία Αγγλίας και Γαλλίας αυτά περιορίζοντο στη συγκέντρωση πληροφοριών χωρίς πρακτική συνέχεια, για να αφήσουν, τελικά, την Ελλάδα και πάλι μόνη, στο δραματικό της Ακρωτήρι, να ετοιμαστεί να αντιμετωπίσει για πολλοστή φορά τον Δεσποτισμό.

Τον Αύγουστο του 1939 υπό το πρόσχημα γυμνασίων οι ιταλικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν στα ελληνικά σύνορα για να ανησυχήσει το ελληνικό Γενικό Επιτελείο και να εισηγηθεί στη Κυβέρνηση την επιστράτευση των απέναντι της Αλβανίας μονάδων, VΙΙΙ και ΙΧ μεραρχιών καθώς και της ΙV ταξιαρχίας. Η διαταγή επιστρατεύσεως εκδόθηκε την νύχτα της 23ης Αυγούστου. Τη προηγούμενη ημέρα είχε υπογραφεί στη Μόσχα γερμανοσοβιετικό σύμφωνο περί μη επιθέσεως, που σήμαινε, ότι απερίσπαστος και ανενόχλητος ο Άξονας θα μπορούσε να δράσει στη Δύση και το Νότο.

Στις 29 Αυγούστου 1939 ο Ιταλός στρατιωτικός ακόλουθος ζητάει από τον Αρχηγό του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, Αλέξανδρο Παπάγο, πληροφορίες για την συγκέντρωση των ελληνικών στρατευμάτων, ενώ δίνει την διαβεβαίωση, ότι ισχύει πάντοτε η εγγύηση εκ μέρους της Ιταλίας, για το απαραβίαστο του ελληνικού εδάφους.

Οι προθέσεις του άξονα αποκαλύπτονταν τρεις ημέρες αργότερα. Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, η Γερμανία αρχίζει ξαφνικά επίθεση κατά της Πολωνίας, ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος ξέσπαζε. Τα αποτελέσματα δικαιώνουν εν μέρει τους υπολογισμούς του Χίτλερ περί ανανδρίας των συμμάχων, που δεν θα βοηθούσαν την Πολωνία, ώστε να πέσει βορά στην εξαγριωμένη επιθετική απληστία του Άξονα, μήπως χορτάσει. Η Πολωνία εντός εικοσαημέρου κυριεύεται και διανέμεται μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν. Τα βαλκανικά κράτη φοβούμενα μη βρεθούν στο δρόμο της θύελλας, άλλα κηρύσσουν ουδετερότητα και άλλα κάνουν επίδειξη καλής διαγωγής, η Ελλάδα όμως διαπιστώνει ότι όλο μεγαλώνει η δραματική της μόνωση, άρα και το βάρος της ευθύνης της, απέναντι στις παραδόσεις της και την ιστορία της.

Στο επακολουθήσαν χρονικό διάστημα, εντάθηκαν οι προσπάθειες αποκοιμίσεως της Ελλάδας και από τους δύο εταίρους του Άξονα. Η Ιταλία συνέχιζε να προετοιμάζεται για την παραβίαση της ελληνικής ανεξαρτησίας, όμως η αιφνιδιαστική έναρξη του πολέμου από τον Χίτλερ και οι κεραυνοβόλες επιτυχίες του στα πεδία των μαχών την έκαναν να χάσει τη ψυχραιμία της και να επιχειρήσει και αυτή κάτι εντυπωσιακό, ώστε να προλάβει να επωφεληθεί, αισθανόμενη το τέλος του πολέμου.

Το καλοκαίρι του 1940 η Ιταλία εκτός από την ασυναγώνιστη αριθμητική υπεροχή διέθετε:

· Την πρωτοβουλία ενάρξεως των επιχειρήσεων, δηλαδή το ασυναγώνιστο όπλο του αιφνιδιασμού.

· Τρομακτική αεροπορική υπεροχή, επταπλάσια σε αριθμό, με σύγχρονα για την εποχή αεροσκάφη, και μάλιστα, δικών τους εργοστασίων - Φίατ, που σήμαινε αφθονία ανταλλακτικών.

· Μεγάλο αριθμό θωρακισμένων ταχυκίνητων μέσων.

· Αποθηκευμένο στην Αλβανία πολεμικό υλικό κατά πολύ μεγαλύτερο από όσο αναγκαιούσε για τις εκεί δυνάμεις.

· Δυνατότητα ανεμπόδιστης μεταφοράς και άλλων στρατευμάτων μέσω της Αδριατικής.

Ακολούθησε μια προσπάθεια από τον Μουσολίνι εξερεθισμού της Ελλάδας και αναζήτησης αφορμών, ρυθμισμένη με μαθηματική ακρίβεια ώστε να ακολουθεί την ανιούσα και δεν έλειπαν και οι προκλήσεις:

· Βομβαρδισμός ελληνικών πολεμικών πλοίων, συμπεριλαμβανομένου του αντιτορπιλικού Ύδρα.

· Συνεχής παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου.

· Ιταλικός τύπος δημοσιεύει με εντυπωσιακούς τίτλους, ότι "ο μέγας Αλβανός πατριώτης Νταούτ Χότζα δολοφονήθηκε στην ελληνοαλβανική μεθόριο από Έλληνες πράκτορες". (Ο Νταούτ Χότζα ήταν ληστής επικηρυγμένος προ εικοσαετίας, σκοτώθηκε σε καυγά από δύο Αλβανούς, τους οποίους μάλιστα προ διμήνου είχαν συλλάβει οι ελληνικές Αρχές).

· Ο γνωστός δημοσιογράφος Γκάυντα, φερέφωνο του φασιστικού κόμματος, την 14 Αυγούστου, με άρθρο του στον κατευθυνόμενο ιταλικό τύπο έδινε το γενικό σύνθημα: Γενική επίθεση κατά της Ελλάδος. Η Ιταλία πλέον είχε αποβάλει το προσωπείο.

· Την επομένη, 15 Αυγούστου, ακολούθησε ο άνανδρος τορπιλισμός του καταδρομικού ΕΛΛΗ στο λιμάνι της Τήνου.

Αυτή η τελευταία πρόκληση, ιερόσυλη πράξη, εγκαινίασε συμβολικά την επίθεση εναντίον της Ελλάδος και χρωμάτισε με ιερότητα τον αγώνα που ακολούθησε.

Από της 22 Οκτωβρίου, στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρώμης, ο Τσιάνο, αρχίζει να συντάσσει το περιλάλητο τελεσίγραφο, που προορίζετο για την ελληνική Κυβέρνηση, το οποίο δεν άφηνε περιθώρια για διέξοδο, παρά μόνο "ή αποδοχή της κατοχής ή εκτέλεση επίθεσης".

Το ελληνικό Γενικό Επιτελείο δεν μπορούσε να ολοκληρώσει την άμυνα της χώρας, όπως ακριβώς θα επιθυμούσε, κυρίως για δύο λόγους:

· Kάθε σημαντική κινητοποίηση, θα σήμαινε πρόκληση στον Μουσολίνι.

· Η πρωτοβουλία ενάρξεως των επιχειρήσεων ανήκε στην Ιταλία, που όμως ήταν άγνωστο πότε θα εκδηλωθεί και μια επιστράτευση, με πιθανή μακροχρόνια αναμονή, θα έφθειρε το ηθικό των στρατευμένων αλλά και την οικονομία της χώρας.

Ο ελληνικός λαός δεν γνώριζε τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου τι είχε προηγηθεί από της 3ης πρωινής ώρας στην οικία του πρωθυπουργού, ούτε τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου και όμως, όταν την 6η πρωινή ώρα οι σειρήνες της αντιαεροπορικής άμυνας ξύπνησαν την Αθήνα, ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους σαν να περίμενε ακριβώς την στιγμή να βροντοφωνάξει το ιστορικό "ΟΧΙ", καθολική επιλογή που δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν διαφορετική.

Μια διάθεση ευφορίας ξεχύθηκε στον αττικό ουρανό από ένα κόσμο που αισθανόταν να τον καλούν με το όνομά του, τα τρεις και πλέον χιλιάδες χρόνια της ιστορίας του για να τα προστατεύσει. Η είδηση έτρεχε από στόμα σε στόμα "Πόλεμος! Οι Ιταλοί εισβάλλουν!". Τα συναισθήματα διαδέχονταν το ένα το άλλο, υπερηφάνεια, φιλότιμο, λεβεντιά, αγανάκτηση, περιφρόνηση, και μάλιστα όχι μόνο από αυτούς που έτρεχαν να καταταγούν, αλλά και από τον άμαχο πληθυσμό, που και αυτός αργότερα προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες στον αγώνα.

Κάτι μεγάλο ορθωνόταν στην Ελλάδα τις πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου που εάν το έβλεπε ο υπερόπτης Ιταλός δικτάτωρ, θα προτιμούσε να αποσύρει τις δυνάμεις του από το Αλβανικό έδαφος και να αναθεωρήσει όλα τα επιχειρησιακά του σχέδια.

Την εξέλιξη της αναμετρήσεως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, αν και οι ενδείξεις, λογικά, έπειθαν πως ο επιτιθέμενος αργά ή γρήγορα θα επικρατούσε.

Την ίδια ημέρα της εισβολής έρχονται τα πρώτα τηλεγραφικά μηνύματα, του Γεωργίου του ΣΤ' της Αγγλίας: "Η υπόθεσίς σας είναι και δική μας υπόθεσις", του πρωθυπουργού της Ουίνστον Τσώρτσιλ: "Η Ιταλία εύρε τας απειλάς του εκφοβισμού ανωφελείς έναντι του ηρέμου θάρρους σας", του πρωθυπουργού του Καναδά Μακένζυ Κινγκ: "Η κοιτίς του ευγενεστέρου πολιτισμού που εγνώρισεν η ανθρωπότης, η χώρα εις την οποίαν οφείλομεν ό,τι καθιστά την ζωήν ανωτέραν και ωραιοτέραν, υφίσταται τοιαύτην επίθεσιν, όλων των αληθινών ανθρώπων η θέσις έιναι παρά το πλευρόν της".

Η Γαλλία, που η Γερμανική κατοχή την είχε ήδη φιμώσει, εκπέμπει από ελεύθερο ραδιοφωνικό σταθμό της Αφρικής, για τους Έλληνες: "τους εξορκίζουμε να μη πιστέψουν πως οι Γάλλοι αδιαφορούν για την τύχη της ένδοξης πατρίδας τους".

Ακόμη και η Τουρκία, τότε, με σύσσωμο τον Τύπο της, πανηγυρίζει: "Ζήτω η Ελλάς" και "Είμεθα υπερήφανοι διότι συνδεόμεθα δια συμμαχίας με ένα τέτοιο Έθνος" Ικδάμ 29 Οκτωβρίου, "αλησμόνητον δι όλον τον κόσμον παράδειγμα γεναιότητος" Βακή 29 Οκτωβρίου.

Από την μακρινή Ινδία φθάνει ο απόηχος: "Το μέλλον των Βαλκανίων εξαρτάται από την τύχη της Ελλάδος".

Ασυγκράτητος είναι και ο ενθουσιασμός των ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, Κύπρου, Αιγύπτου, στα προξενεία των οποίων παρουσιάζονται στρατεύσιμοι για να πολεμήσουν στο πλευρό της μητέρας Ελλάδας.

H επίλεκτη μεραρχία των Ιταλών Τζούλια άρχισε στις απόκρημνες βουνοκορφές της βόρειας Πίνδου την επίθεσή της εναντίον της χώρας μας, για να προελάσει γρήγορα προς τα Γιάννενα, όπως πίστευε το Ιταλικό Επιτελείο, και να διευκολύνει τον "άνετο περίπατο" των υπολοίπων ιταλικών μεραρχιών προς την Αθήνα. Η έκπληξη όμως των "γενναίων" του Μουσολίνι γρήγορα μετατράπηκε σε απογοήτευση, όταν οι ταμπουρωμένοι Έλληνες φαντάροι των φυλακίων, δεν τους προσέφεραν την υποδοχή που ήθελαν, αλλά πυκνά πυρά. Αλήθεια τι υποδοχή περίμεναν;

Ως γνωστό, το βάρος της άμυνας το έφερε η μεραρχία Ηπείρου, που είχε τη τύχη μόνη από τις μεγάλες δυνάμεις να υπερασπίζεται τη τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, με κύρια αποστολή "την κάλυψη της κεντρικής Ελλάδος από την κατεύθυνση Ιωάννινα - Ζυγός Μετσόβου" και δευτερεύουσα "την προάσπιση εθνικού εδάφους", και η οποία με απόφαση του διοικητή της υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου, δεν εγκατέλειψε την προωθημένη αμυντική γραμμή και αγωνίσθηκε χωρίς να παραχωρίσει εθνικό έδαφος.

Παρατίθεται ένα τμήμα της υπ' αριθμόν πρωτ. 30904 γενικής διαταγής της VIII Μεραρχίας της 30 Οκτωβρίου 1940. (Υπτγος Χ. Κατσιμήτρος):

Μαχόμεθα εναντίον εχθρού υπούλου και ανάνδρου όστις άνευ ουδεμιάς αφορμής μας επετέθη αιφνιδιαστικώς ίνα μας υποδουλώσει.

Μαχόμεθα δια τας εστίας μας και τας οικογενείας μας και δια την ελευθερίαν μας.

Αξιωματικοί και Οπλίται, κρατήσατε σταθερώς και αποφασιστικώς τας θέσεις και έχετε πάντοτε το βλέμμα προς τα εμπρός, διότι εντός ολίγου θα αναλάβωμεν αντεπίθεσιν ίνα εκδιώξωμεν τον εχθρόν εκ του πατρίου εδάφους το οποίον εμόλυνεν δια της παρουσίας του...

Εγγύς είναι η ημέρα καθ' ήν ο άνανδρος και δειλός εχθρός θα ριφθεί εις την θάλασσαν. Κρατήστε ισχυρώς τας θέσεις και τούτο θα πραγματοποιηθεί συντόμως. Η παρούσα να κοινοποιηθεί εις άπαντας τους υφ' υμάς Αξιωματικούς και οπλίτας.

Και τμήμα της Ημερησίας Διαταγής της εν λόγω Μεραρχίας της 18 Νοεμβρίου 1940:

Στρατιώται, Ενθυμηθείτε όσα μου λέγατε κατά τας επιθεωρήσεις μου, πότε θα επιτεθεί τε να καταδιώξητε τον εχθρόν.

Εμπρός λοιπόν! Με τη βοήθεια και του θεού, όστις προστατεύει τον ιερόν και δίκαιον αγώνα μας, καταδιώξατε απηνώς τον εχθρόν, τον άνανδρον και δειλόν εχθρόν. Τον εγνωρίσατε καλά ήδη. Είναι θρασύδειλος και ύπουλος. Συντρίψατέ τον με τα αμείληκτα κτυπήματά σας. Η Πατρίς παρακολουθεί υπερήφανος τον τίμιον αγώνα σας. Η Δόξα σας αναμένει.

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί η ουσιαστκή συμβολή στον αγώνα του ηρωικού αποσπάσματος του συνταγματάρχη Δαβάκη, που αμυνόμενο σθεναρά με λίγους στρατιώτες, με πενιχρά μέσα αλλά με μεγάλη αυτοθυσία, απέκρουσε τις αλλεπάλληλες επιθέσεις του εχθρού και έδωσε πολύτιμο χρόνο στον Ελληνικό στρατό να ανασυνταχθεί και να αντεπιτεθεί καταδιώκοντας τους εισβολείς εκείθεν των Αλβανικών συνόρων, στα ιστορικά χώματα της Βορείου Ηπείρου.

Κατά την αντεπίθεση της 1ης Νοεμβρίου, από το ηρωικό απόσπασμα Πίνδου επετεύχθη η ανακατάληψη της Γραμμής "Γύφτισσα - Οξυά" συνελήφθησαν τρείς Ιταλοί αξιωματικοί και διακόσιοι είκοσι δύο οπλίτες, περιήλθαν δε στα ελληνικά τμήματα 140 κτήνη και αρκετά εφόδια, αλλά εκεί άφησε την τελευταία του πνοή και ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός του πολέμου, ο Υπολοχαγός Αλέξανδρος Διάκος.

Από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, άρχισαν να γίνονται αισθητές οι ελλείψεις, ιδιαίτερα στην αεροπορία. Η βοήθεια της Αγγλίας, ήταν εντελώς ανεπαρκής. Το ενδιαφέρον των Άγγλων στρατιωτικών ήταν στραμμένο σχεδόν αποκλειστικά στην άμυνα της Κρήτης, όπου έφθασαν από τις πρώτες ημέρες δυνάμεις σε πεζικό και αντιαεροπορικά από τη Μέση Ανατολή.

Στις 14 Νοεμβρίου, άρχισε η ελληνική αντεπίθεση στο μέτωπο και η προέλαση στη Αλβανία. Το γεγονός των αλλεπάλληλων καταλήψεων Βορειοηπειρωτικών πόλεων και χωριών κατέλαβε τις πρώτες σελίδες του ελεύθερου τύπου, στην Μεγάλη Βρετανία, στις Η.Π.Α. και λοιπές χώρες του κόσμου ενώ η κεντρική Ευρώπη βρισκόταν υπό το πέλμα του Γερμανικού στρατού, που ήδη είχε καταλάβει την Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, τις Κάτω Χώρες και το ήμισυ σχεδόν της Γαλλίας.

Οι ανέλπιστες ελληνικές επιτυχίες είχαν σοβαρές επιπτώσειςστην πολιτική της Αγγλίας, που από τα μέσα Νοεμβρίου, άρχισε να προσανατολίζεται προς ενίσχυση του μετώπου. Ο Άγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα, πίστευε ότι το μέτωπο στην Ελλάδα, όπως αυτό διαμορφώθηκε ύστερα από τις ηρωικές επιτυχίες του ελληνικού στρατού, πρόσφερε την ευκαιρία στην Αγγλία να μεταφέρει εκεί το θέατρο των επιχειρήσεων κατά της Ιταλίας.

Η Ελλάδα βρέθηκε απότομα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Έγινε κυματοθραύστης κατά του τρόμου και της γενικής πεποίθησης των Ευρωπαϊκών λαών, ότι η νίκη των σιδηρόφρακτων ναζιστικών και φασιστικών στρατιών ήταν βέβαιη και ότι η απομονωμένη Αγγλία δεν ήταν δυνατόν να σταματήσει την τρομερή στρατιωτική μηχανή των Γερμανών.

Η επιτυχής έκβαση της παράτολμης απόφασης και η επί μακρόν διατηρηθείσα ψυχική δύναμη της Ελλάδας, συνετέλεσαν στη διάψευση του θρύλου "για το αήττητο του Άξονα" και άρχισε η μεταβολή στις εκτιμήσεις για την εξέλιξη του πολέμου με θετικές επιπτώσεις στο διπλωματικό πεδίο. Κράτη που θεωρούνταν βέβαιο, ότι θα μετείχαν στον πόλεμο υπέρ του Άξονα άρχισαν να εμφανίζουν διστακτικότητα για τη συμμετοχή τους ή και να προβάλλουν άρνηση. Οι Τάιμς έγραφαν στο φύλλο τους της 28ης Νοεμβρίου: "Οι ελληνικές νίκες είχαν τεράστια απήχηση στην εγγύς Ανατολή... Στην Αίγυπτο διέλυσαν εντελώς τις ανησυχίες για ιταλική εισβολή και μετέβαλαν το Μουσολίνι, που θεωρούνταν από τη λαϊκή φαντασία ως κάτι σπουδαίο, σε κωμικό πρόσωπο".

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί και η συμμετοχή στον αγώνα του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, παρά την μεγάλη διαφορά που υπήρχε σε σχέση με το ιταλικό, σε αριθμό, θωράκιση, ταχύτητα, δύναμη πυρός και χρόνο πλεύσεως για τα υποβρύχια. Παρ' όλα αυτά τα ελληνικά σκάφη εξετέλεσαν τη δύσκολη αποστολή τους χωρίς σοβαρές απώλειες. Βύθισαν εχθρικά μεταφορικά χωρητικότητας αρκετών δεκάδων χιλιάδων τόνων και συνόδευσαν με επιτυχία τις στρατιωτικές αποστολές στο μέτωπο. Τα Χριστούγεννα, το υποβρύχιο "Παπανικολής" με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Ιατρίδη, προσέβαλε ιταλική νηοπομπή στα ανοιχτά της Αυλώνας, βυθίζοντας δύο μεταγωγικά 20.000 και 15.000 τόνων και διέφυγε παρά τον απηνή διωγμό από ιταλικά αντιτορπιλικά. Λίγες ημέρες αργότερα το υποβρύχιο "Πρωτεύς" με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Χατζηκωνσταντή, βύθισε ιταλικό μεταγωγικό που μετέφερε στρατιωτικές δυνάμεις στην Αλβανία, για να βυθισθεί στη συνέχεια και το ίδιο αύτανδρο, έπειτα από εμβολισμό που δέχτηκε από ιταλικό αντιτορπιλικό. Την πρωτοχρονιά το υποβρύχιο "Λάμπρος Κατσώνης", με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Σπανίδη, πυρπόλησε ιταλικό πετρελαιοφόρο, ενώ το "Παπανικολής" βύθισε στα ανοιχτά του Μπρίντεζι ιταλικό μεταγωγικό. Ανάλογες επιτυχίες σημείωσαν το υποβρύχιο "Νηρεύς", το τορπιλοβόλο "Σφενδόνη", το αντιτορπιλικό "Ψαρά" και το υποβρύχιο "Τρίτων".

Για την αεροπορία, που όπως προαναφέρθηκε, είχε τα περισσότερα αεροσκάφη της παλαιά έως άχρηστα, με λιγοστά αεροδρόμια και ακατάλληλα για χρήση τον περισσότερο καιρό, με στοιχειώδη αντιαεροπορική άμυνα, δεν θα ήταν υπερβολή να γραφεί ότι στο βαθμό που λειτούργησε, αυτό οφειλόταν στην εξαιρετική ευψυχία των Ελλήνων αεροπόρων και μάλιστα με αξιοσημείωτες επιτυχίες. Έμειναν παροιμιώδεις οι πτήσεις των Ελλήνων αεροπόρων σε χαμηλό ύψος στις χαράδρες των βουνών, "στα μονοπάτια του ουρανού", και τα κατορθώματά τους, όπως του Υποσμηναγού Μικραλέξη ο οποίος αφού εξήντλησε τα πυρομαχικά του, κάρφωσε εκουσίως με τον έλικα του αεροσκάφους του το πηδάλιο ιταλικού βομβαρδιστικού το οποίο και κατέρριψε για να προσγειωθεί δίπλα στο πενταμελές ιταλικό πλήρωμα που είχε πέσει με αλεξίπτωτα, να το συλλάβει και να το οδηγήσει αιχμάλωτο στη στρατιωτική διοίκηση Θεσσαλονίκης.

Μετά το άδοξο τέλος των ιταλικών επιχειρήσεων στο Αλβανικό μέτωπο, στη Γιουγκοσλαβία συνέβησαν συγκλονιστικά γεγονότα, ευχάριστα κατά κάποιον τρόπο, στην Ελλάδα και τους συμμάχους γενικότερα. Εξεγέρθηκαν φιλελεύθερες δυνάμεις, που ανέτρεψαν στις 27 Μαρτίου το καθεστώς της Αντιβασιλείας και την κυβέρνηση Τσβέκοβιτς, που είχε ταχθεί με το πλευρό του Άξονα και ανακήρυξαν Βασιλέα τον νεαρό Πέτρο τον Β'. Δύο ημέρες αργότερα κηρύχθηκε γενική επιστράτευση. Όλα σήμαιναν ότι η Γιουγκοσλαβία θα αντιστεκόταν στην επικείμενη γερμανική εισβολή ή τουλάχιστον θα τηρούσε ουδετερότητα. Τελικά αποφασίστηκε κοινή ελληνογιουγκοσλαβική ενέργεια κατά των Ιταλών, που αμήχανοι προσπαθούσαν να κρατηθούν στην βόρειο Αλβανία, ώστε να λείψει τελείως έτσι η ανοικτή πληγή. Η κοινή αυτή ελληνογιουγκοσλαβική ενέργεια δεν πρόλαβε να υλοποιηθεί διότι η Γερμανία έθεσε σε εφαρμογή εν τω μεταξύ, το σχέδιο Μαρίτα, όχι βέβαια για να σώσει τους συμμάχους της Ιταλούς από τον έσχατο εξευτελισμό, αλλά γα να προλάβει ανεπιθύμητη αντίδραση των Ρώσων, που πάντοτε υποψιαζόταν.

Πράγματι στις 5.15 της Κυριακής 6 Απριλίου 1941 άρχισε η γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδας ταυτόχρονα με την επίδοση διακοινώσεως, στην οποία τονιζόταν ότι ο σκοπός της γερμανικής ενέργειας ήταν η εκδίωξη των Άγγλων από την Ελλάδα.

Η πίστη στο δίκαιο και στην ορθότητα των εθνικών επιδιώξεων πολλαπλασίασαν και πάλι τις διαθέσιμες ψυχικές δυνάμεις και η ώρα μας όρθωσε για άλλη μια φορά το ανάστημά της στον χιτλερικό στρατό, αλλά παρά την σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων, δεν ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να αντισταθεί για πολύ στη γερμανική υπεροπλία και λύγισε.

"Οι Γερμανοί μιλάν με απορία για την ελληνική άμυνα, που την χαρακτηρίζουν ως μεγαλειώδη. Πριν δουν από κοντά τα φρούρια, φαντάζονται πως είναι ανώτερα από τα γαλλικά της Μαζινό. Μόλις όμως τα επισκέπτονται σαστίζουν. Πόσο λίγο προσωπικό τα υπηρετούσε! Με τι ελάχιστα κανόνια και πυρομαχικά, έδωσαν εντύπωση μεγίστης ισχύος και αφθονίας μέσων! Η πενιχρότητα των όπλων που διέθεταν οι Έλληνες κάνει τον εχθρό να καταλάβει το ρόλο που έπαιξε η παλικαριά σ' αυτόν τον αγώνα. Ο στρατηγός Μπαίμε, ο ίδιος που διεύθυνε τον κατά μέτωπο αγώνα, δεν πιστεύει στα μάτια του όταν βλέπει το Περιθώρι με 120 μόνο φαντάρους φρουρά να έχει πιάσει 300 Γερμανούς αιχμαλώτους.

(Απόσπασμα από το βιβλίο
του Χρ.Ζαλοκώστα "Ρούπελ")

Στις 27 Απριλίου το πρωί τα πρώτα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα με κατεύθυνση την Ακρόπολη για να στήσουν τη σημαία τους με τον αγκυλωτό σταυρό. Εκείνη την ώρα ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών απηύθυνε προς τον ελληνικό λαό το τελευταίο ελεύθερο μήνυμα: "Έλληνες, ύστερα από λίγα λεπτά ο ραδιοφωνικός σταθμός δεν θα είναι ελληνικός... Αδέλφια, ψηλά τις καρδιές...".

Άρχιζε ένας νέος κύκλος μαρτυρίου για την πρωτεύουσα και τη χώρα γενικά.

Ήταν η τελευταία σύγκρουση στην Ευρώπη με δυσανάλογες δυνάμεις, μέσα και όπλα. Από τη μια ο Γολιάθ με βαρύ οπλισμό σύγχρονης τεχνοκρατίας, από την άλλη ο Δαυίδ με αναχρονιστικά μέσα, που αγωνίζεται για την ύπαρξή του, για τις παραδόσεις του. Στον αγώνα αυτόν ο ελληνικός λαός έδωσε και πάλι το προσωπικό του ύφος, όμοιο με αυτό του 1821. Η αναμέτρηση του 1940-41 γίνεται ανάμεσα στη λιτότητα και το στόμφο, τη φιλοπατρία και τον ιμπεριαλισμό, το πάθος για την ελευθερία και την ικανοποίηση σκοταδιστικών ορέξεων.

Η τεχνοκρατία, χάρις στον σιδερένιο της όγκο, θα πετύχει για μια στιγμή να γονατίσει τη μαχόμενη ψυχή, όμως η αναστροφή θα έρθει γρήγορα. Το ελληνικό μέτωπο κατάρρευσε τον Απρίλιο του 1941, αλλά και κατά την διάρκεια της κατοχικής περιόδου (1941-1944) το Έθνος συνέχισε με κάθε τρόπο την αντίσταση κατά του Άξονα, τόσο στην κατεχόμενη Ελλάδα όσο και στη Βόρεια Αφρική, την Ιταλία και τα νησιά του Αιγαίου.

Έτσι δημιουργήθηκε αυτή η εποποιία, το καύχημα και η δόξα της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού Έθνους, που κατ' ουδένα τρόπο δεν ήταν ένα θαύμα όπως πολλοί ισχυρίζονται. Ήταν αποτέλεσμα μιας επιμελούς, προσεκτικής και μεθοδικής στρατιωτικής προπαρασκευής, μιας ηθικής διαπαιδαγωγήσεως και ενός εθνικού προσανατολισμού του ελληνικού λαού, απόρροια των οποίων ήταν το ηθικό μεγαλείο των Ένοπλων Δυνάμεων και του Έθνους, γενικότερα, για μια δυναμική και νικηφόρα άμυνα.

Είναι πραγματικότητα ότι η Κοινωνία των Εθνών (Κ.Τ.Ε.) δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον καταστροφικό Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Άφησε όμως την θέση της στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), με πληρέστερη δικαστική και εκτελεστική εξουσία, με διεθνή χαρακτήρα, αριθμεί 144 μέλη, που φιλοδοξεί εκτός των άλλων "στην διασφάλιση ειρήνης και ασφάλειας σε παγκόσμια κλίμακα". Για να επιβιώσει αυτός ο Οργανισμός, ο αρτιότερος που απέκτησε ποτέ η ανθρωπότητα και για να διατηρήσει το ανάλογο κύρος και ισχύ ώστε να δύναται να φέρει εις πέρας την αποστολή του, πρέπει όλα τα κράτη να τον καταστήσουν πρακτικά αποδεκτό και ως εκ τούτου να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του. Τα μη συμμορφούμενα μέλη θα πρέπει να γνωρίζουν, ότι θα υποστούν αυστηρές κυρώσεις όχι για να αποκαταστήσουν διακρατικές παρανομίες τους, αλλά για να μην τις επιχειρήσουν.

Η Ελλάδα την σημερινή εποχή δέχεται απροκάλυπτες απειλές από γείτονα χώρα της οποίας η ηγεσία είναι υπομονετική, κρυψίνους, μεθοδική και καιροσκόπος, που επεμβαίνει όταν παρουσιάζονται κατάλληλες ευκαιρίες, αδιαφορώντας για τις διεθνείς αντιδράσεις και αποφάσεις. Οι σοβινιστικές αντιλήψεις και οι επεκτατικές βλέψεις που τρέφει κατά της χώρας μας, δεν θα βρουν διέξοδο, εκτός της περιπτώσεως αδικαιολόγητου εφησυχασμού, άσκοπων εσωτερικών προστριβών, άκαιρων αποπροσανατολισμών και οποιαδήποτε αποδυνάμωση των ενόπλων δυνάμεών μας. Ευχόμαστε να μη χρειασθεί να προστεθεί άλλο ένα έπος στην ελληνική ιστορία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Ελύτη Οδυσσέα, Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.
  • Ζαφείρη Ηρακλή, Υπτγου ε.α., Στρατιωτική Ιστορία της Ελλάδας, ΓΕΣ/7ο ΕΓ/5, 1990.
  • Τερζάκη Άγγελου, Ελληνική Εποποιία 1940-41, ΓΕΣ/7ο ΕΓ, 1990.
  • Εθνικές επάλξεις, Τεύχος 24.
  • Ηπειρωτική Εταιρεία, "Δελτίο πνευματικής ενημερώσεως", Τεύχος 246.

Δεν υπάρχουν σχόλια: